Η έρευνα επιχειρεί να δώσει απάντηση στο παράδοξο, πώς ενώ το υλικό επίπεδο της ζωής έχει βελτιωθεί σημαντικά κατά τα τελευταία 40 χρόνια, το επίπεδο της ικανοποίησης από τη ζωή είναι στάσιμο, αν όχι σε πτώση, ακόμη και σε ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Γερμανία, η Μ. Βρετανία και οι ΗΠΑ.
Οι ερευνητές της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), με επικεφαλής τον καθηγητή λόρδο Ρίτσαρντ Λαγιάρντ, αξιολόγησαν πολλές διεθνές έρευνες κοινής γνώμης στις οποίες είχαν απαντήσεις περίπου 200.000 άτομα, σχετικά με τους διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν την ευημερία ενός ανθρώπου.
Από την αξιολόγηση των απαντήσεων διαπίστωσαν ότι σε μια κλίμακα από το μηδέν έως το δέκα, ο διπλασιασμός του εισοδήματος θα αύξανε την ευτυχία ενός ανθρώπου κατά μέσο όρο το πολύ 0,2 μονάδες. Αντίστροφα, η ανεργία θα μείωνε την ευτυχία κατά περίπου 0,7 μονάδες.
Από την άλλη, η κατάθλιψη και το άγχος μείωναν την ευτυχία κατά 0,7 μονάδες, ενώ η εύρεση του έρωτα και της αγάπης στο πρόσωπο ενός συντρόφου θα αύξανε την ευτυχία κατά 0,6 μονάδες, δηλαδή τρεις φορές περισσότερο από ό,τι ο διπλασιασμός του μισθού. Η απώλεια του συντρόφου λόγω διαζυγίου ή θανάτου μείωνε την ευτυχία κατά περίπου 0,6 μονάδες, σχεδόν όσο και η ανεργία.
Η μελέτη επιβεβαίωσε εξάλλου ότι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ για το πόσα χρήματα έχουν σε σχέση με τους άλλους, κάνοντας συνεχώς συγκρίσεις. Συνεπώς μια καθολική αύξηση στο εισόδημα όλων μπορεί να έχει πολύ μικρή θετική επίπτωση στην ψυχολογία των περισσότερων ανθρώπων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «η ευτυχία είναι μεγαλύτερη στις χώρες όπου οι άνθρωποι εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο. Η ελευθερία είναι επίσης κρίσιμος παράγων για την ευτυχία, συνεπώς όποιος υποστηρίζει την ευτυχία, δεν μπορεί να υποστηρίζει ένα ολοκληρωτικό κράτος».
«Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πράγματα που μετράνε περισσότερο για την ευτυχία μας και για τη δυτυχία μας, είναι οι κοινωνικές σχέσεις, καθώς επίσης η ψυχική και σωματική υγεία. Αυτό σημαίνει ένα νέο ρόλο για το κράτος: όχι τη δημιουργία πλούτου αλλά τη δημιουργία ευημερίας», σχολιάζει ο λόρδος Λαγιάρντ.
Και προσθέτει ότι «στο παρελθόν το κράτος ασχολήθηκε διαδοχικά με τη φτώχεια, την ανεργία, τη μόρφωση και τη σωματική υγεία. Όμως, εξίσου σημαντικά πράγματα είναι η οικιακή βία, ο αλκοολισμός, η κατάθλιψη, το άγχος, η αλλοτριωμένη νεολαία, η μανία με τις εξετάσεις και πολλά άλλα, που θα έπρεπε να βρεθούν στο επίκεντρο».
diaforetiko.gr