καθώς, παρέμενε εκεί αγέρωχο μέσα στην έρημο για αιώνες και έγινε σημείο αναφοράς ως μνημείο ζωής μέσα σε ένα πολύ σκληρό περιβάλλον.
Οι νομάδες Τουαρέγκ ήταν οι μόνοι που γνώριζαν την ύπαρξή του και η εντυπωσιακή ακακία προσέφερε σκιά σε πολλές γενιές ταξιδιωτών βεδουίνων μέσα στην «κόλαση» της ερήμου.
Ηταν το μοναδικό δέντρο σε ακτίνα 400 χιλιομέτρων και λειτουργούσε ως ορόσημο για τα καραβάνια.
Το δέντρο προσέλκυσε το ενδιαφέρον των «ξένων» στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Τα ευρωπαϊκά στρατεύματα που βρίσκονταν στην περιοχή εντόπισαν την ακακία και την ονόμασαν «Το δέντρο του Τενερέ».
Ο Γάλλος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων που αναπτύσσονταν το 1939 στην περιοχή, ο Μισέλ Λεσούρ, χαρακτηρίσε το δέντρο ως κάτι το πραγματικά ξεχωριστό όχι μόνο λόγω της ικανότητάς του να επιβιώνει στις συνθήκες της ερήμου αλλά και λόγω της αυτοσυγκράτησης που επεδείκνυαν οι αμέτρητοι μέσα στους αιώνες ταξιδιώτες αφήνοντάς το ανέγγιχτο.
Την ίδια χρονιά ανοίχτηκε ένα πηγάδι κοντά στο δέντρο και λύθηκε το μυστήριο επιβίωσης της ακακίας, καθώς, το ύψους 10 μέτρων δέντρο, είχε ρίζες που επεκτείνονταν για 30 μέτρα μέσα στον υδροφόρο ορίζοντα.
Η ηλικία του υπολογίστηκε στα 300 χρόνια και έγινε η υπόθεση ότι αποτέλεσε το τελευταίο εναπομείναν δέντρο από μια αρχαία συστάδα που βρισκόταν στην -κάποτε όχι τόσο ξηρή- περιοχή.
Αυτό το ζωντανό θαύμα, δυστυχώς, είχε ένα άδοξο τέλος, καθώς, χρειάστηκε μόνο ένας απερίσκεπτος οδηγός για να βάλει τέλος στην καταπληκτική του ιστορία.
Ο οδηγός του φορτηγού, το 1973, συγκρούστηκε με το δέντρο και ξερίζωσε τον κορμό του.
Ο οδηγός, το όνομα του οποίου παραμένει άγνωστο, λέγεται ότι ήταν μεθυσμένος την ώρα που οδηγούσε.
Λίγο καιρό μετά, ο σκελετός του ιερού δέντρου μεταφέρθηκε στο Εθνικό Μουσείο του Νίγηρα και τοποθετήθηκε σε μαυσωλείο ως ιερό κειμήλιο: πράξη ενδεικτική της σημασίας που του απέδιδαν οι άνθρωποι της περιοχής. Στη θέση του ανεγέρθηκε ένα απλό μεταλλικό γλυπτό.
πηγη