Ο Αργύρης Ευστρατιάδης είναι Επιστημονικός Διευθυντής του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών και Ομότιμος Καθηγητής (Έδρα Higgins) της Γενετικής και Αναπτυξιακής Βιολογίας του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης.
Μάχεται κατά του καρκίνου του μαστού, καθώς μέσω του εργαστηρίου του, χρησιμοποιεί προηγμένες γενετικές μεθόδους, εστιάζοντας τις ερευνητικές του δραστηριότητες στο ρόλο των αυξητικών παραγόντων, στην φυσιολογική ανάπτυξη και την ογκογένεση, δίνοντας έμφαση στον καρκίνο του μαστού.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λέσβο.
Το 1966 έλαβε πτυχίο Ιατρικής από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1971 ολοκλήρωσε τη διδακτορική διατριβή του στο ίδιο Πανεπιστήμιο.
Το 1976 έλαβε το διδακτορικό δίπλωμα Ph.D. στη Βιολογία από το Πανεπιστήμιο Harvard.
Διετέλεσε Επίκουρος Καθηγητής (1978-1980) και μετά Αναπληρωτής Καθηγητής (1980-1982) του Τμήματος Βιολογικής Χημείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Harvard, και το 1982 εξελέγη Καθηγητής του Πανεπιστημίου Columbia, όπου συνέχισε το ερευνητικό του έργο ως το τέλος του 2008.
Πρόσθετες εργασίες του εργαστηρίου του Ευστρατιάδη στο πεδίο της καρκινογένεσης περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων προσεγγίσεων για την δημιουργία μοντέλων καρκίνου σε επιλεγμένες ανατομικές περιοχές του σώματος («σχεδιασμένοι όγκοι»), προκλινικές μελέτες για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού σε ποντίκια με φάρμακα που αναστέλλουν τη σηματοδότηση των IGFs, μελέτες σχετικές με τη συμμετοχή βλαστικών κυττάρων στην δημιουργία όγκων και ανάπτυξη μοντέλων ποντικών για τους καρκίνους του προστάτη και του παγκρέατος.
Ο Δρ. Ευστρατιάδης και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν πρώτοι την τεχνολογία κλωνοποίησης cDNA, κάτι που έκανε εφικτό τον χαρακτηρισμό και τον καθορισμό της αλληλουχίας των βάσεων ενός ευκαρυωτικού mRNA για πρώτη φορά.
Αυτό το πρωτοποριακό έργο δημιούργησε τις απαραίτητες συνθήκες για την ταυτοποίηση και την χαρτογράφηση ευκαρυωτικών γονιδίων και την ικανότητα σύνθεσης σε βακτηρίδια ανθρωπίνων πρωτεϊνών με θεραπευτική σημασία. Ο Ευστρατιάδης ήταν μέλος της ομάδας που δημιούργησε για πρώτη φορά ένα βακτηρίδιο που είχε την δυνατότητα να παράγει ινσουλίνη.
Ο Έλληνας επιστήμονας έχει συμβάλλει ουσιαστικά στη μελέτη των γονιδίων που κωδικοποιούν την αιμοσφαιρίνη, την ινσουλίνη και τους ινσουλινοειδείς αυξητικούς παράγοντες (IGFs, insulin-like growth factors). Στο πλαίσιο ερευνών για την μοριακή εξέλιξη, ανακάλυψε ότι λειτουργικά γονίδια μπορούν να δημιουργηθούν από μετάθεση αντιγράφων RNA στο γονιδίωμα (RNA retroposition).
Πειράματα γονιδιακής στόχευσης που έγιναν σε ποντίκια έδωσαν στον Δρ. Ευστρατιάδη την δυνατότητα να ανακαλύψει το πρώτο παράδειγμα ενός ενδογενούς γονιδίου (Igf2) που υπόκειται σε γονική αποτύπωση (parental imprinting) και να καθορίσει ότι το σηματοδοτικό σύστημα των IGFs είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας της αύξησης του οργανισμού.
Το εργαστήριο του έχει παράγει ζωικά μοντέλα και για άλλες ανθρώπινες ασθένειες όπως η νόσος Huntington, ο διαβήτης, τα σύνδρομα καθυστέρησης της ανάπτυξης, ο νανισμός Laron και άλλες.
Πηγή
Μάχεται κατά του καρκίνου του μαστού, καθώς μέσω του εργαστηρίου του, χρησιμοποιεί προηγμένες γενετικές μεθόδους, εστιάζοντας τις ερευνητικές του δραστηριότητες στο ρόλο των αυξητικών παραγόντων, στην φυσιολογική ανάπτυξη και την ογκογένεση, δίνοντας έμφαση στον καρκίνο του μαστού.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λέσβο.
Το 1966 έλαβε πτυχίο Ιατρικής από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1971 ολοκλήρωσε τη διδακτορική διατριβή του στο ίδιο Πανεπιστήμιο.
Το 1976 έλαβε το διδακτορικό δίπλωμα Ph.D. στη Βιολογία από το Πανεπιστήμιο Harvard.
Διετέλεσε Επίκουρος Καθηγητής (1978-1980) και μετά Αναπληρωτής Καθηγητής (1980-1982) του Τμήματος Βιολογικής Χημείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Harvard, και το 1982 εξελέγη Καθηγητής του Πανεπιστημίου Columbia, όπου συνέχισε το ερευνητικό του έργο ως το τέλος του 2008.
Πρόσθετες εργασίες του εργαστηρίου του Ευστρατιάδη στο πεδίο της καρκινογένεσης περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων προσεγγίσεων για την δημιουργία μοντέλων καρκίνου σε επιλεγμένες ανατομικές περιοχές του σώματος («σχεδιασμένοι όγκοι»), προκλινικές μελέτες για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού σε ποντίκια με φάρμακα που αναστέλλουν τη σηματοδότηση των IGFs, μελέτες σχετικές με τη συμμετοχή βλαστικών κυττάρων στην δημιουργία όγκων και ανάπτυξη μοντέλων ποντικών για τους καρκίνους του προστάτη και του παγκρέατος.
Ο Δρ. Ευστρατιάδης και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν πρώτοι την τεχνολογία κλωνοποίησης cDNA, κάτι που έκανε εφικτό τον χαρακτηρισμό και τον καθορισμό της αλληλουχίας των βάσεων ενός ευκαρυωτικού mRNA για πρώτη φορά.
Αυτό το πρωτοποριακό έργο δημιούργησε τις απαραίτητες συνθήκες για την ταυτοποίηση και την χαρτογράφηση ευκαρυωτικών γονιδίων και την ικανότητα σύνθεσης σε βακτηρίδια ανθρωπίνων πρωτεϊνών με θεραπευτική σημασία. Ο Ευστρατιάδης ήταν μέλος της ομάδας που δημιούργησε για πρώτη φορά ένα βακτηρίδιο που είχε την δυνατότητα να παράγει ινσουλίνη.
Ο Έλληνας επιστήμονας έχει συμβάλλει ουσιαστικά στη μελέτη των γονιδίων που κωδικοποιούν την αιμοσφαιρίνη, την ινσουλίνη και τους ινσουλινοειδείς αυξητικούς παράγοντες (IGFs, insulin-like growth factors). Στο πλαίσιο ερευνών για την μοριακή εξέλιξη, ανακάλυψε ότι λειτουργικά γονίδια μπορούν να δημιουργηθούν από μετάθεση αντιγράφων RNA στο γονιδίωμα (RNA retroposition).
Πειράματα γονιδιακής στόχευσης που έγιναν σε ποντίκια έδωσαν στον Δρ. Ευστρατιάδη την δυνατότητα να ανακαλύψει το πρώτο παράδειγμα ενός ενδογενούς γονιδίου (Igf2) που υπόκειται σε γονική αποτύπωση (parental imprinting) και να καθορίσει ότι το σηματοδοτικό σύστημα των IGFs είναι ο κύριος καθοριστικός παράγοντας της αύξησης του οργανισμού.
Το εργαστήριο του έχει παράγει ζωικά μοντέλα και για άλλες ανθρώπινες ασθένειες όπως η νόσος Huntington, ο διαβήτης, τα σύνδρομα καθυστέρησης της ανάπτυξης, ο νανισμός Laron και άλλες.
Πηγή