Λακωνία: Αιώνια ομορφιά
Φανατικοί φυσιολάτρες και διακριτικοί κοσμοπολίτες, αθεράπευτα ρομαντικοί ή εραστές της ιστορίας, έχουν κοινό μυστικό μια λατρεία για τη Λακωνία. Στο νοτιότερο τμήμα της Πελοποννήσου εικόνες και σενάρια εναλλάσσονται αναπάντεχα, τόσο όσο χρειάζεται για να μη θες να ρωτάς «πότε γυρίζουμε;»
Οι άγριες πλαγιές του Ταΰγετου και οι κατάφυτες του Πάρνωνα ορίζουν τα όρια με τη Μεσσηνία από δυτικά και την Αρκαδία ανατολικά. Ανάμεσά τους, η θρυλική κοιλάδα του Ευρώτα φιλοξενεί την όμορφη πρωτεύουσα Σπάρτη, ενώ οι πεντακάθαρες θάλασσες αλλάζουν όνομα ανά τμήματα: Μυρτώο πέλαγος στα ανατολικά, Λακωνικός κόλπος στη μέση, Μεσσηνιακός στα δυτικά. Η βυζαντινή καστροπολιτεία του Μιστρά, ένας παράδεισος για τους φίλους της αρχιτεκτονικής και της ιστορίας έως τους πιο απλούς περιπατητές του κόσμου. Η μεσαιωνική Μονεμβασιά, αιώνιο κάστρο των ερωτευμένων και οποιουδήποτε αντιλαμβάνεται την ποίηση στον αέρα. Με υποδειγματικές τουριστικές υποδομές και κορυφαία παραδοσιακή γαστρονομία, η Λακωνία είναι μια απίθανη συλλογή από αυτόνομους προορισμούς ή ασυναγώνιστη πρόταση για ένα μεγάλο, ακόμα και απρογραμμάτιστο ταξίδι. Μονεμβασιά Το Γιβραλτάρ της Ανατολής
Την άνοιξη χάνεσαι στα χρώματα, το καλοκαίρι σου μοιάζει με όαση από άλλες εποχές και τον χειμώνα η αγριάδα της σε υποτάσσει χωρίς περιστροφές. Πάντα είναι σωστή εποχή για ένα ταξίδι στη Μονεμβασιά, αλλά το φθινόπωρο ερωτεύεσαι μέχρι και τη μελαγχολία της.
Με «μόνη έμβαση», που της έδωσε και το όνομά της, τη γέφυρα 130 μέτρων που την ενώνει με το πρώτο πόδι της Πελοποννήσου, η Μονεμβασιά απέκτησε μπόλικα προσωνύμια, κληρονομιά από τους κατακτητές της. «Υπερνεφελές Φρούριο» και «Περιώνυμον Αστυ» για τους Βυζαντινούς, «Μαλβάζια» και «Γιβραλτάρ της Ανατολής» για τους Φράγκους (λόγω της ομοιότητας των δύο βράχων, αν και ο δικός μας είναι μάλλον μινιατούρα μπροστά στου Γιβραλτάρ), «Κάστρο των Λουλουδιών» για τους Οθωμανούς. Σε περίπτωση πάντως που είστε ανάμεσα σε εκείνους που αναρωτιούνται «πού τονίζεται σωστά;», Μονεμβασία είναι η ονομασία «στα χαρτιά», Μονεμβασιά καθιερώθηκε στην καθομιλουμένη και Μονεμβάσια ή Μονοβάσια από τους ντόπιους της. Ολα σωστά είναι.
Η διαδρομή του «πέτρινου καραβιού» στον χρόνο
Κατοικημένη πριν από οκτώ χιλιετίες, η Μονεμβασιά είναι ένα ακόμα φυσικό μνημείο που γεννήθηκε από ένα κοσμογονικό ξέσπασμα της φύσης στην Ελλάδα. Ενωμένη προϊστορικά με τη Λακωνία, η Ακρα Μινώα αποτέλεσε τον μοναδικό πρωτοελλαδικό οικισμό στην περιοχή.
Το 375 μ.Χ. ένας ολέθριος σεισμός συγκλονίζει τα νότια παράλια της Πελοποννήσου, χερσαίες πολιτείες και νησιά καταποντίζονται, η Ακρα Μινώα αποκόβεται από την ακτή, ονομάζεται Μονεμβασιά και έκτοτε επιπλέει απολαμβάνοντας τη μοναξιά της στο Μυρτώο πέλαγος και τις προσπάθειες «μεγάλων» και καθημερινών ανθρώπων να περιγράψουν τη θέα της από μακριά.
«Πέτρινο καράβι» για τον Γιάννη Ρίτσο που γεννήθηκε και έζησε εκεί, «ένα φοβερό θεριό που ενεδρεύει ξαπλωμένο μέσα στο νερό» για τον Νίκο Καζαντάκη, «ένας θεόρατος βράχος που ανεβαίνει μέσα από τη θάλασσα» για τον Κώστα Ουράνη, «ένα πελώριο πολεμικό κράνος» για τον Στράτη Μυριβήλη. Είναι να αναρωτιέσαι (ή μάλλον όχι) πώς ένα τέτοιο «τέρας» σήμερα παραπέμπει τόσο άμεσα σε ρομαντικές αποδράσεις και χολιγουντιανές προτάσεις και τελέσεις γάμων.
Αιώνιος στόχος των κατακτητών, η ιστορία αυτού του πορφυρού βράχου δεν είναι ούτε σπιθαμή λιγότερο συναρπαστική απ' όσο του ταιριάζει, γεμάτη αυτοκράτορες, βασιλιάδες, σουλτάνους και κουρσάρους που άφησαν τη δική τους αύρα στα λιθόστρωτα. Σταυροδρόμι του Μυκηναϊκού και του Μινωικού πολιτισμού στην αρχαιότητα, πρώτοι κάτοικοι μετά την αναγέννησή του σε νησί, ήταν οι Λάκωνες, που τον 6ο μ.Χ. αιώνα κατέφυγαν στη σημερινή Ανω Πόλη για να γλιτώσουν από επιδρομές Βησιγότθων και Αβάρων. Αυτή την περίοδο κατασκευάζονται οι πρώτες οχυρώσεις αλλά και η πρώτη σύνδεση με τη στεριά, μια ξύλινη γέφυρα που ανεβοκατεβαίνει επιτρέποντας ή εμποδίζοντας την πρόσβαση. Με περίοπτη θέση ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, η καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς ιδρύεται από το Βυζαντινό κράτος στα τέλη του 9ου αιώνα και αξιοποιείται ως βάση και ορμητήριο του στόλου του. Οι μόνιμοι κάτοικοι, που ασχολούνται με την πολεμική ναυτιλία και το εμπόριο, αυξάνονται δημιουργώντας την Κάτω Πόλη στο πίσω μέρος του νησιού. Οι εκάστοτε κυρίαρχοι της Μεσογείου παραμονεύουν ασταμάτητα γύρω από τις κατακόρυφες πλαγιές και τα αδιαπέραστα τείχη: Φράγκοι, Βυζαντινοί, Αραβες, Ενετοί, ο Πάπας, οι Τούρκοι, ακόμα κι όταν καταφέρνουν να περάσουν, ικανοποιούν τα αιτήματα του ασυμβίβαστου «κρατιδίου» για σχετική αυτονομία και διατήρηση των προνομίων του. Χαρακτηριστική περίοδος η Φραγκοκρατία, κατά την οποία χρειάστηκαν 40 χρόνια για να «πέσει» το Κάστρο, αλλά και πάλι, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους για τους κατοίκους.
Η Μονεμβασιά γνώρισε τον μεγαλύτερο πλούτο κατά τη δεύτερη περίοδο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (13-14ος αι.), και ήταν το πρώτο κάστρο της Πελοποννήσου που πέρασε στην ελληνική κυριαρχία το 1821.
Περιήγηση στα ενδότερα της καστροπολιτείας
Σήμερα, το πέρασμα γίνεται από την πέτρινη γέφυρα με τις δώδεκα καμάρες που συνδέει τη Νέα Πόλη ή Γέφυρα με τον κόκκινο βράχο που ούτε φαντάζεσαι τι κρύβει από πίσω του. Ακολουθεί σύντομη παραλιακή διαδρομή προς τα νότια, μέχρι που συναντάς την είσοδο του Κάστρου. Ετοιμάζεσαι για μετακινήσεις μόνο με περπάτημα, είσοδος, και ιδού. Ορατή μόνο από τη θάλασσα, και πίσω από τα κάθετα τείχη-ασπίδα προς το πέλαγος, η Κάτω Πόλη έχει γνωρίσει βάρβαρους αλλά και ευαίσθητες ψυχές. Στο σπίτι του Γιάννη Ρίτσου σε οδηγεί το πρώτο δρομάκι αριστερά μετά την Πύλη. «Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή... Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως», έγραφε ο ποιητής που γεννήθηκε και έζησε στη Μονεμβασιά όσο χρειάστηκε για να χτιστεί μια αμφίδρομη αγάπη αξεπέραστη. Εδώ το πατρικό του, εδώ και η τελευταία κατοικία του.
Επιστροφή στο κεντρικό λιθόστρωτο και αφήνεις τον δρόμο και τα παρακλάδια του να σε οδηγήσουν. Πετρόχτιστα αρχοντικά, αψίδες και οικόσημα, θολωτές στοές, τείχη και πολεμίστρες, λουλουδιασμένες αυλές στο άνυδρο τοπίο, στενά καλντερίμια και σκαλιά που ανηφορίζουν σε μυστικές γωνιές και αναπάντεχα ξέφωτα πάνω από το Μυρτώο. Ανάμεσά τους, πανέμορφα boutique hotels σε αναπαλαιωμένα αρχοντικά, ατμοσφαιρικά cafe και εστιατόρια και μπόλικα αρτίστικα μαγαζιά με σουβενίρ για καθόλου τυχαίες αναμνήσεις.
Στην κεντρική Τάπια (πλατεία), εκτός από το πέλαγος που απλώνεται ατέλειωτο από κάτω και το παλιό κανόνι που φωτογραφίζεται περισσότερο και από επώνυμους σε κόκκινο χαλί, δύο είναι τα θέματα. Πρώτο, η εκκλησία του Ελκώμενου Χριστού με την πολύπαθη αγιογραφία της Σταύρωσης, της «σπουδαιότερης Σταύρωσης σε φορητή εικόνα» κατά τον Φώτη Κόντογλου: ενώ εκλάπη το 1979 και βρέθηκε έναν χρόνο μετά, χρειάστηκαν 32 ολόκληρα χρόνια για να ξαναβρεθεί στον ναό, αφού μέχρι πέρσι φυλασσόταν στο Βυζαντινό Μουσείο που θεωρείτο πιο ασφαλές.
Η εγκατάσταση υπερσύγχρονων μέσων φύλαξης έπεισε τελικά τους υπεύθυνους ότι η εικόνα μπορεί να επιστρέψει στην αρχική της θέση, και ακόμα κι αν ο θρησκευτικός τουρισμός σας αφήνει αδιάφορους, σκεφτείτε ότι η κλοπή της εικόνας (άλλη μεγάλη ιστορία) αποτέλεσε βάση για το σενάριο των «Ιερόσυλων» του Θάνου Λειβαδίτη (1983, ΕΡΤ2).
Δεύτερο σημείο ενδιαφέροντος, η Αρχαιολογική Συλλογή στο τζαμί του 16ου αιώνα, με σημαντικότερα εκθέματα τα αρχιτεκτονικά γλυπτά από την Αγία Σοφία της Ανω Πόλης αλλά και πολλά ευρήματα από αντικείμενα καθημερινής χρήσης να διηγούνται με λεπτομέρειες την απλή, ανθρώπινη πλευρά της συγκλονιστικής καστροπολιτείας. Η είσοδος είναι ελεύθερη.
Λίγο πιο κάτω, το ολόλευκο εκκλησάκι της Παναγίας της Χρυσαφίτισσας που είναι και η πολιούχος της Μονεμβασιάς, θυμίζει περισσότερο Κυκλάδες, και εκτός από όμορφο περίβολο έχει κι αυτό την ιδιαίτερη ιστορία του. Η ομώνυμη βυζαντινή εικόνα θεωρείται θαυματουργή από τους πιστούς, αφού ο θρύλος τη θέλει να πετάει μόνη της από τη Σπάρτη ως εδώ. Βρέθηκε στο πηγάδι με το «βλυχερό ύδωρ» γύρω απ' το οποίο το 1600 χτίστηκε το παρεκκλήσι της Εύρεσης. Τα δωμάτια του μοναστηριού που στήθηκε αργότερα πιο πάνω, σήμερα λειτουργούν ως λιτοί ξενώνες.
Ακολουθήστε οπωσδήποτε τις πινακίδες για να βρείτε το Πορτέλο, τη μοναδική πόρτα του κάστρου προς τη θάλασσα. Εδώ κάποτε γινόταν ο ανεφοδιασμός από τα καράβια, ενώ σήμερα η μεριά έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε ο επισκέπτης να μπορεί να κολυμπήσει και να χαλαρώσει στη σκιά του κάστρου -με την προϋπόθεση πως δεν τον αγριεύουν οι κροκάλες και η ιδέα του σκοτεινού πελάγους γενικότερα. Εναλλακτικά, υπάρχει πάντα η «κανονική» αμμουδιά της Γέφυρας, απέναντι.
Οσον αφορά στην Ανω Πόλη ή Γουλά, από το αλβανικό «Γουλάς» (οχύρωμα) ή από τη λέξη «γουλί» (λόγω του γυμνού εδάφους), ένα είναι το κυρίως θέμα: ξεκουραστείτε κάπως πριν πάρετε το ανηφορικό καλντερίμι και προτιμήστε πρωινές ή απογευματινές ώρες, εκτός κι αν είναι μια από αυτές τις βαριές, χειμωνιάτικες μέρες που ο ζεστός ήλιος δεν υφίσταται ως πρόβλημα. Η ανάβαση πάντως δεν διαρκεί πάνω από εικοσάλεπτο και η ανταμοιβή είναι το χάσιμο που αναζητούσες όταν το έσκαγες από την πόλη.
Η θέα από την Τάπια του Κρητικού, το μεγάλο πλάτωμα στην κορυφή του βράχου, είναι η πρώτη δόση. Και μετά, μερικά σκαλιά ακόμη προς την κορυφή και την Αγία Σοφία (12ος αι.). Το μοναδικό κτίσμα που σώζεται στην Ανω Πόλη και ο πιο σημαντικός ναός του Κάστρου με υπέροχες τοιχογραφίες. Εδώ, στην άκρη του κάθετου γκρεμού 300 μέτρα πάνω από το πέλαγος που είναι χτισμένη, ο αέρας σαρώνει τη γη και σφυρίζει μέσα από τα ερείπια. Αν το σκεφτείς, μόνο κούραση από το ανέβασμα δεν νιώθεις.
Fast Info
Στη χρυσή εποχή της πόλης υπολογίζεται πως υπήρχαν 40 εκκλησίες, σήμερα όμως οι επίσημα καταμετρημένες είναι γύρω στις 20. Η Παναγία η Χρυσαφίτισσα και ο Ελκώμενος Χριστός είναι πρώτες στη λίστα προτιμήσεων για «ρομαντικούς» γάμους.
Η Mονεμβασιά είναι ορμητήριο για πολλές κοντινές εκδρομές. Παραθαλάσσια του Λακωνικού κόλπου το ψαροχώρι Αρχάγγελος, οι παραλίες της Χαρακιάς, της Ελιάς και της Πλύτρας με τη βυθισμένη αρχαία πόλη του Ασωπού. Από τα «μέσα» καταπράσινα χωριά του Δήμου, αξίζουν τα Τάλαντα με τους νερόμυλους και ο Αγιος Νικόλαος με δύο όμορφους ναούς-βυζαντινά μνημεία. Βόρεια του βράχου, ο Γέρακας με το διάσημο φιόρδ και το «νησιώτικο» Κυπαρίσσι, και νότια τα παραλιακά χωριουδάκια Λάχι και Βελανίδια.
Η Νέα Πόλη ή Γέφυρα είναι οργανωμένη τουριστικά με ξενοδοχεία και καταστήματα και διαθέτει μια όμορφη, ιδιαίτερα πολυσύχναστη αμμουδιά.
Ενα απέραντο περιβόλι με πορτοκαλεώνες και ελαιώνες ο Δήμος Ευρώτα και ο θρυλικός ποταμός όπου οι αρχαίοι Σπαρτιάτες λούζονταν και γυμνάζονταν, σήμερα διασχίζει μια κοιλάδα που ξεχειλίζει από ζωή. ΠΗΓΗ